ΟΜΑΔΟΣΥΝΕΡΓΑΤΙΚΗ ΜΑΘΗΣΗ (COLLABORATIVE LEARNING)
Η ομαδοσυνεργατική μάθηση συνδέεται με την κοινωνικοπολιτισμική θεωρία μάθησης και με τις διδακτικές μεθόδους που ενθαρρύνουν τους μαθητές να εργαστούν από κοινού για τις σχολικές εργασίες και να συμμετάσχουν στην επίλυση προβλημάτων που προωθεί τη μάθηση (Benbunan-Fich & Stelzer, 2002, όπ. αναφ. στο Harasim, 1990).
Είναι σημαντικό να τονίσουμε πως η ομαδοσυνεργατική μάθηση δεν συνεπάγεται μόνο οι μαθητές να μοιράζονται ένα φόρτο εργασίας, αλλά επιτρέπει στους εκπαιδευόμενους να αναπτύξουν, να συγκρίνουν, και να κατανοήσουν πολλαπλές απόψεις για ένα θέμα. Ο στόχος είναι η διαδικασία της ανάπτυξης και της αξιολόγησης των επιχειρημάτων (Karagiorgi & Symeou, 2005, όπ. αναφ. στο Bednar et al., 1992).
Στις συνεργατικές δραστηριότητες, η μάθηση είναι μια κοινωνική διεργασία που στηρίζεται στην επικοινωνία μιας ομάδας μαθητών. Αυτό, βέβαια, απαιτεί το διάλογο και την ανάπτυξη των διαπροσωπικών δεξιοτήτων. Κατά τους Ravenscroft, Wegerif, & Hartley (2007), η διαλεκτική και οι διαλογικές διαδικασίες είναι η κύρια «μηχανή» για την προώθηση και υποστήριξη της συνεργατικής ανάπτυξης της γνώσης.
Ειδικότερα, η ομαδική συνεργασία δημιουργεί μία αναπτυξιακή δυναμική που επιτρέπει στα μέλη της ομάδας να ξεπεράσουν τα ατομικά τους όρια σκέψης και πράξης. Με άλλα λόγια, τα συνεργαζόμενα μέλη μπορούν να αναπτύξουν συλλογικές μορφές σκέψης και δράσης που κανένα από τα μέλη δεν θα μπορούσε ατομικά, εκτός ομάδας, να αναπτύξει (Ματσαγγούρας, 2000). Η γνώση θεωρείται ως ένα κοινωνικό κατασκεύασμα, που παράγεται μέσα από την αλληλεπίδραση, τη συζήτηση, την αντίδραση, την αξιολόγηση και τη συνεργασία με τους άλλους (Benbunan-Fich & Stelzer, 2002).
Η ομαδοσυνεργατική μάθηση εξασφαλίζει αυθεντικές καταστάσεις προβληματισμού και επικοινωνίας, που έχουν ως αποτέλεσμα την κινητοποίηση και εμπλοκή των μαθητών (Ματσαγγούρας, 2000, όπ. αναφ. στo Cohen 1994). Πράγματι, σε περιβάλλοντα που ευνοούν τη συνεργασία, οι μαθητές μαθαίνουν να μοιράζονται πληροφορίες και ιδέες, να ανταλλάσσουν επιχειρήματα, να συζητούν για την εργασία τους, να υλοποιούν εργασίες συνεργαζόμενοι με άλλους συμμαθητές, να βοηθούν και να σέβονται ο ένας τον άλλο.
Η ομαδοσυνεργατική μάθηση συνδέεται με μια σειρά από οφέλη. Η συμμετοχή σε μια ομάδα προωθεί θετικά κοινωνικοσυναισθηματικά αποτελέσματα και γνωστική ανάπτυξη που συμβάλλει στη μάθηση (Benbunan-Fich & Stelzer, 2002, όπ. αναφ. στο Webb, 1982). Πιο συγκεκριμένα, η ομαδοσυνεργατική μάθηση προσφέρει άριστο τρόπο για την προσωπική ανάπτυξη του μαθητή, αφού η ατομική του ανάπτυξη συνδέεται με την ανάπτυξη των σχέσεών του με το κοινωνικό του περιβάλλον (Ματσαγγούρας, 2000, όπ. αναφ. στο Bertrand 1994). Σε συναισθηματικό επίπεδο, οι ομάδες δημιουργούν ένα ευνοϊκό κλίμα για μάθηση μέσω των κινήτρων και της μείωσης του άγχους. Οι ψυχοκοινωνιολόγοι, μάλιστα, επισημαίνουν ότι οι αντιδράσεις των μελών της ομάδας έχουν θετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη της αυτοαντίληψης του παιδιού και στη διαδικασία εσωτερίκευσης των κοινωνικών ρόλων (Ματσαγγούρας, 2000, όπ. αναφ. στο Καψάλης 1996. Μπέλλας 1985). Σε γνωστικό επίπεδο, ένας μαθητής που εργάζεται σε μια ομάδα αναπτύσσει ανώτερης τάξης νοητικές διεργασίες (Benbunan-Fich & Stelzer, 2002).
Συνοψίζοντας, μέσα από την αλληλεπίδραση των μελών της ομάδας δημιουργούνται και παράλληλα μοιράζονται η κατανόηση και η μάθηση (Edwards & Mercer, 1987). Επομένως, η κατανόηση και η μάθηση βασίζονται στη συνεργασία που λειτουργεί στη διαδικασία κοινών δραστηριοτήτων και ανταλλαγής απόψεων.
Ωστόσο, η ομαδοσυνεργατική δράση αποτελεί μια πολύπλοκη και απαιτητική μορφή εργασίας, διότι προϋποθέτει αναπτυγμένες κοινωνικές στάσεις και ικανότητες επικοινωνίας, τις οποίες οι μαθητές δεν τις διαθέτουν εξ ορισμού και ως εκ τούτου είναι αναμενόμενο να εμφανιστούν κάποια προβλήματα, όπως για παράδειγμα, η ελλιπής συμμετοχή ορισμένων μαθητών ή η ασυνέπεια και η ολιγωρία στη λειτουργία της ομάδας. Σε κάθε περίπτωση, τα αναδεικνυόμενα προβλήματα μπορεί να προληφθούν ή να αντιμετωπιστούν ικανοποιητικά, αν ο εκπαιδευτικός βρίσκεται κοντά στις ομάδες, παρέχει την κατάλληλη ανατροφοδότηση, διασφαλίζει σχέσεις αλληλεξάρτησης και συμβάλλει στη δημιουργία ενός θετικού κλίματος ομαδικότητας. Είναι απαραίτητο να αναπτύξουν οι μαθητές το αίσθημα της ευθύνης έναντι του συλλογικού έργου και να καταλάβουν ότι ως μέλη αναλαμβάνουν ρόλους και δεσμεύσεις, που αν δεν τηρήσουν, θα επιφέρουν επιπτώσεις σε ολόκληρη την ομάδα (Ματσαγγούρας, 2000).
Είναι σημαντικό να τονίσουμε πως η ομαδοσυνεργατική μάθηση δεν συνεπάγεται μόνο οι μαθητές να μοιράζονται ένα φόρτο εργασίας, αλλά επιτρέπει στους εκπαιδευόμενους να αναπτύξουν, να συγκρίνουν, και να κατανοήσουν πολλαπλές απόψεις για ένα θέμα. Ο στόχος είναι η διαδικασία της ανάπτυξης και της αξιολόγησης των επιχειρημάτων (Karagiorgi & Symeou, 2005, όπ. αναφ. στο Bednar et al., 1992).
Στις συνεργατικές δραστηριότητες, η μάθηση είναι μια κοινωνική διεργασία που στηρίζεται στην επικοινωνία μιας ομάδας μαθητών. Αυτό, βέβαια, απαιτεί το διάλογο και την ανάπτυξη των διαπροσωπικών δεξιοτήτων. Κατά τους Ravenscroft, Wegerif, & Hartley (2007), η διαλεκτική και οι διαλογικές διαδικασίες είναι η κύρια «μηχανή» για την προώθηση και υποστήριξη της συνεργατικής ανάπτυξης της γνώσης.
Ειδικότερα, η ομαδική συνεργασία δημιουργεί μία αναπτυξιακή δυναμική που επιτρέπει στα μέλη της ομάδας να ξεπεράσουν τα ατομικά τους όρια σκέψης και πράξης. Με άλλα λόγια, τα συνεργαζόμενα μέλη μπορούν να αναπτύξουν συλλογικές μορφές σκέψης και δράσης που κανένα από τα μέλη δεν θα μπορούσε ατομικά, εκτός ομάδας, να αναπτύξει (Ματσαγγούρας, 2000). Η γνώση θεωρείται ως ένα κοινωνικό κατασκεύασμα, που παράγεται μέσα από την αλληλεπίδραση, τη συζήτηση, την αντίδραση, την αξιολόγηση και τη συνεργασία με τους άλλους (Benbunan-Fich & Stelzer, 2002).
Η ομαδοσυνεργατική μάθηση εξασφαλίζει αυθεντικές καταστάσεις προβληματισμού και επικοινωνίας, που έχουν ως αποτέλεσμα την κινητοποίηση και εμπλοκή των μαθητών (Ματσαγγούρας, 2000, όπ. αναφ. στo Cohen 1994). Πράγματι, σε περιβάλλοντα που ευνοούν τη συνεργασία, οι μαθητές μαθαίνουν να μοιράζονται πληροφορίες και ιδέες, να ανταλλάσσουν επιχειρήματα, να συζητούν για την εργασία τους, να υλοποιούν εργασίες συνεργαζόμενοι με άλλους συμμαθητές, να βοηθούν και να σέβονται ο ένας τον άλλο.
Η ομαδοσυνεργατική μάθηση συνδέεται με μια σειρά από οφέλη. Η συμμετοχή σε μια ομάδα προωθεί θετικά κοινωνικοσυναισθηματικά αποτελέσματα και γνωστική ανάπτυξη που συμβάλλει στη μάθηση (Benbunan-Fich & Stelzer, 2002, όπ. αναφ. στο Webb, 1982). Πιο συγκεκριμένα, η ομαδοσυνεργατική μάθηση προσφέρει άριστο τρόπο για την προσωπική ανάπτυξη του μαθητή, αφού η ατομική του ανάπτυξη συνδέεται με την ανάπτυξη των σχέσεών του με το κοινωνικό του περιβάλλον (Ματσαγγούρας, 2000, όπ. αναφ. στο Bertrand 1994). Σε συναισθηματικό επίπεδο, οι ομάδες δημιουργούν ένα ευνοϊκό κλίμα για μάθηση μέσω των κινήτρων και της μείωσης του άγχους. Οι ψυχοκοινωνιολόγοι, μάλιστα, επισημαίνουν ότι οι αντιδράσεις των μελών της ομάδας έχουν θετικές επιδράσεις στην ανάπτυξη της αυτοαντίληψης του παιδιού και στη διαδικασία εσωτερίκευσης των κοινωνικών ρόλων (Ματσαγγούρας, 2000, όπ. αναφ. στο Καψάλης 1996. Μπέλλας 1985). Σε γνωστικό επίπεδο, ένας μαθητής που εργάζεται σε μια ομάδα αναπτύσσει ανώτερης τάξης νοητικές διεργασίες (Benbunan-Fich & Stelzer, 2002).
Συνοψίζοντας, μέσα από την αλληλεπίδραση των μελών της ομάδας δημιουργούνται και παράλληλα μοιράζονται η κατανόηση και η μάθηση (Edwards & Mercer, 1987). Επομένως, η κατανόηση και η μάθηση βασίζονται στη συνεργασία που λειτουργεί στη διαδικασία κοινών δραστηριοτήτων και ανταλλαγής απόψεων.
Ωστόσο, η ομαδοσυνεργατική δράση αποτελεί μια πολύπλοκη και απαιτητική μορφή εργασίας, διότι προϋποθέτει αναπτυγμένες κοινωνικές στάσεις και ικανότητες επικοινωνίας, τις οποίες οι μαθητές δεν τις διαθέτουν εξ ορισμού και ως εκ τούτου είναι αναμενόμενο να εμφανιστούν κάποια προβλήματα, όπως για παράδειγμα, η ελλιπής συμμετοχή ορισμένων μαθητών ή η ασυνέπεια και η ολιγωρία στη λειτουργία της ομάδας. Σε κάθε περίπτωση, τα αναδεικνυόμενα προβλήματα μπορεί να προληφθούν ή να αντιμετωπιστούν ικανοποιητικά, αν ο εκπαιδευτικός βρίσκεται κοντά στις ομάδες, παρέχει την κατάλληλη ανατροφοδότηση, διασφαλίζει σχέσεις αλληλεξάρτησης και συμβάλλει στη δημιουργία ενός θετικού κλίματος ομαδικότητας. Είναι απαραίτητο να αναπτύξουν οι μαθητές το αίσθημα της ευθύνης έναντι του συλλογικού έργου και να καταλάβουν ότι ως μέλη αναλαμβάνουν ρόλους και δεσμεύσεις, που αν δεν τηρήσουν, θα επιφέρουν επιπτώσεις σε ολόκληρη την ομάδα (Ματσαγγούρας, 2000).
Βιβλιογραφία
Benbunan-Fich, R., & Stelzer, L. (2002). Computer-supported learning of information systems: Matching pedagogy with technology. In E. Cohen (Ed.), Challenges of information technology education in the 21st century (pp. 85-99). London: Idea Group Publishing.
Edwards, D., & Mercer, N. (1987). Common Knowledge: The Development of Understanding in the Classroom. London: Methuen.
Karagiorgi, Y., & Symeou, L. (2005). Translating Constructivism into Instructional Design: Potential and Limitations. Educational Technology & Society, 8 (1), 17-27.
Ματσαγγούρας, Η.Γ. (2000). Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση. Αθήνα:Γρηγόρης.
Ravenscroft, A., Wegerif, R., & Hartley, R. (2007). Reclaiming thinking: Dialectic, dialogic and learning in the digital age. Learning through Digital Technologies, 39–57.
Benbunan-Fich, R., & Stelzer, L. (2002). Computer-supported learning of information systems: Matching pedagogy with technology. In E. Cohen (Ed.), Challenges of information technology education in the 21st century (pp. 85-99). London: Idea Group Publishing.
Edwards, D., & Mercer, N. (1987). Common Knowledge: The Development of Understanding in the Classroom. London: Methuen.
Karagiorgi, Y., & Symeou, L. (2005). Translating Constructivism into Instructional Design: Potential and Limitations. Educational Technology & Society, 8 (1), 17-27.
Ματσαγγούρας, Η.Γ. (2000). Ομαδοσυνεργατική Διδασκαλία και Μάθηση. Αθήνα:Γρηγόρης.
Ravenscroft, A., Wegerif, R., & Hartley, R. (2007). Reclaiming thinking: Dialectic, dialogic and learning in the digital age. Learning through Digital Technologies, 39–57.